Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2013

Ξυλουργείο "Το επτά"

«Δεν φτάνει που είναι αργόστροφοι, ορισμένοι άνθρωποι δεν θέλουν να δεχτούν βοήθεια» παραπονέθηκα. Ο Χοντρός βολεύτηκε καλύτερα και μου διηγήθηκε: 

Ήταν ένα μικρό σπιτάκι, σχεδόν παράγκα, σ' ένα αγρόκτημα έξω από την πόλη. 

Μπροστά είχε ένα μικρό εργαστήριο με κάτι μηχανήματα και εργαλεία, πίσω δύο δωμάτια, μια κουζίνα κι ένα κακοφτιαγμένο μπάνιο... Ωστόσο, ο Χοακίν δεν είχε παράπονο. 
Τα τελευταία δυο χρόνια, το ξυλουργείο «Το Εφτά» είχε γίνει γνωστό στο χωριό κι έβγαζε αρκετά χρήματα για να μη σπαταλάει τις μικρές του οικονομίες. Εκείνο το πρωί, όπως κάθε πρωί, ξύπνησε στις έξι και μισή για να δει τον ήλιο να βγαίνει. Όμως, δεν μπόρεσε να φτάσει ως τη λίμνη. Στο δρόμο, διακόσια μέτρα από το σπίτι του, έπεσε πάνω στο σώμα ενός νεαρού, που ήταν χτυπημένος και πληγωμένος. 
Αμέσως, γονάτισε και κόλλησε το αφτί του στο στήθος του νεαρού... Αδύναμα, εκεί στο βάθος, μια καρδιά πάλευε να κρατήσει στη ζωή ό,τι απέμενε από εκείνο το πεταμένο κορμί που βρομούσε από το αίμα, τη λέρα και το αλκοόλ. Ο Χοακίν πήγε να φέρει το κάρο του και φόρτωσε επάνω το νεαρό. 
Όταν έφτασε στο σπίτι τον έβαλε στο κρεβάτι, έκοψε τα φθαρμένα ρούχα και τον έπλυνε επιμελώς με νερό, σαπούνι και οινόπνευμα. Ο νεαρός, εκτός από μεθυσμένος, ήταν και βάρβαρα δαρμένος. Είχε πληγές στα χέρια και την πλάτη και το δεξί του πόδι ήταν σπασμένο. Τις επόμενες ημέρες, όλη η ζωή του Χοακίν επικεντρώθηκε στη φροντίδα της υγείας του απρόσκλητου φιλοξενούμενου. Έδεσε τις πληγές του, έβαλε νάρθηκα στο πόδι του κι άρχισε να τον ταΐζει με μικρές κουταλιές κοτόσουπας. 

Όταν ο νεαρός συνήλθε, ο Χοακίν βρισκόταν δίπλα του και τον κοίταζε τρυφερά με αγωνία. «Πώς είσαι;» ρώτησε ο Χοακίν. «Καλά... νομίζω» απάντησε ο νεαρός ενώ περιεργαζόταν το καθαρό και γιατρεμένο σώμα του. «Ποιος με γιάτρεψε;» «Εγώ.» «Γιατί;» «Γιατί ήσουν πληγωμένος.» «Αυτό μόνο;» «Όχι. Χρειάζομαι κι ένα βοηθό στο ξυλουργείο.» Και γέλασαν και οι δύο με κέφι... Με καλό φαγητό, ύπνο και αποχή από το αλκοόλ ο Μανουέλ, —όπως λεγόταν ο νεαρός—, βρήκε γρήγορα τις δυνάμεις του. 

Ο Χοακίν προσπαθούσε να του μάθει την τέχνη κι ο Μανουέλ προσπαθούσε να αποφύγει τη δουλειά όσο μπορούσε. Καθημερινά, ο Χοακίν πάσχιζε να βάλει μέσα σ' εκείνο το κεφάλι που ήταν σακατεμένο από την έκφυλη ζωή, τις αξίες της σωστής δουλειάς, του καλού ονόματος και της έντιμης ζωής. Ο Μανουέλ έδειχνε πως τα κατανοούσε όλα αυτά, αλλά ύστερα από δύο ώρες ή δύο μέρες, έπεφτε πάλι για ύπνο και παρατούσε τη δουλειά που του είχε αναθέσει ο Χοακίν. 
Πέρασαν μήνες και ο Μανουέλ είχε συνέλθει εντελώς. Ο Χοακίν του έδωσε το καλύτερο δωμάτιο, τον έκανε συνεταίρο στη δουλειά και του παραχώρησε την πρώτη θέση στο μπάνιο, με αντάλλαγμα ο νεαρός να αφοσιωθεί στη δουλειά. 

Μια νύχτα, ενώ ο Χοακίν κοιμόταν, ο Μανουέλ αποφάσισε ότι έξι μήνες αποχής από το πιοτό ήταν αρκετοί και σκέφτηκε ότι ένα ποτηράκι στο χωριό δεν θα του έκανε κακό. Για να μην ξυπνήσει το Χοακίν, έκλεισε την πόρτα της κάμαρας του από μέσα και βγήκε από το παράθυρο. Άφησε κι ένα κερί αναμμένο για να δίνει την εντύπωση ότι ήταν μέσα. Ύστερα από το πρώτο ποτηράκι ήρθε το δεύτερο, μετά το τρίτο, το τέταρτο κι άλλα πολλά... Τραγουδούσε μεθυσμένος με την παρέα του όταν πέρασαν μπροστά από την πόρτα της ταβέρνας οι πυροσβέστες με τη σειρήνα να ουρλιάζει. 

Ο Μανουέλ δεν υποψιάστηκε τίποτα, ώσπου το πρωί, όταν έφτασε τρεκλίζοντας στο σπίτι, είδε το πλήθος συγκεντρωμένο στο δρόμο... Μόνο ένας τοίχος, οι μηχανές και κάποια εργαλεία είχαν σωθεί από την πυρκαγιά. Όλα τα υπόλοιπα είχαν γίνει κάρβουνο. Από τον Χοακίν βρήκαν μόνο τέσσερα-πέντε τσουρουφλισμένα κοκαλάκια που τα έθαψαν στο νεκροταφείο. 
Πάνω στον τάφο του, ο Μανουέλ παράγγειλε να γράψουν το ακόλουθο επίγραμμα: «Θα το κάνω, Χοακίν, θα το κάνω!» Με πολλή δουλειά ο Μανουέλ έστησε ξανά το ξυλουργείο. Ήταν τεμπέλης αλλά έπιαναν τα χέρια του, κι αυτά που είχε μάθει από τον Χοακίν τον βοήθησαν να πάει μπροστά. Πάντα είχε την αίσθηση ότι, από κάπου, ο Χοακίν τον κοίταζε και τον ενθάρρυνε. 

Ο Μανουέλ τον θυμόταν κάθε φορά που κατάφερνε κάτι. Τον θυμήθηκε στο γάμο του, στη γέννηση του πρώτου του παιδιού, όταν αγόρασε το πρώτο του αμάξι... Πεντακόσια χιλιόμετρα πιο μακριά, ο Χοακίν, ολοζώντανος και κεφάτος, αναρωτιόταν αν ήταν σωστό να πει ψέματα, να διαπράξει απάτη και να βάλει φωτιά σ' εκείνο το τόσο ωραίο σπιτάκι, Μόνο και μόνο για να σώσει ένα νεαρό. Απάντησε καταφατικά και γέλασε με την αστυνομία του Χωριού που είχε περάσει για ανθρώπινα τα κόκαλα του γουρουνιού... Το νέο του ξυλουργείο ήταν λίγο μικρότερο από το προηγούμενο, όμως, ήταν ήδη γνωστό στο χωριό. Το έλεγαν «Το Οχτώ». 


«Μερικές φορές, Ντεμιάν, γίνεται η ζωή σου δύσκολη προσπαθώντας να βοηθήσεις ένα αγαπημένο πρόσωπο. Ωστόσο, αν υπάρχει μια δυσκολία που αξίζει τον κόπο ν' αντιμετωπίσεις, αυτή είναι για να βοηθήσεις κάποιον. 

Δεν πρόκειται για «ηθικό καθήκον» και τα τοιαύτα. Είναι μια επιλογή στη ζωή μας που μπορείς να την κάνεις οποιαδήποτε στιγμή και προς οποιαδήποτε κατεύθυνση επιθυμείς. 
Η προσωπική μου εμπειρία και παρατήρηση με κάνει να πιστεύω ότι ο ελεύθερος άνθρωπος που γνωρίζει τον εαυτό του είναι γενναιόδωρος, αλληλέγγυος, ευγενικός και ικανοποιείται εξίσου όταν δίνει όπως και όταν παίρνει. 

Γι' αυτό, κάθε φορά που συναντάς ανθρώπους που κοιτάζουν μόνο την πάρτη τους, μην τους μισείς. Αρκετά προβλήματα έχουν με τον εαυτό τους. Και όταν διαπιστώνεις ότι η συμπεριφορά σου είναι ποταπή, μικροπρεπής ή χυδαία, βρες ευκαιρία να αναρωτηθείς τι σου συμβαίνει. Σε διαβεβαιώνω ότι κάπου θα δεις πως έχεις πάρει λάθος δρόμο. Μια φορά έγραψα: 

"Ένας νευρωτικός δεν χρειάζεται ένα ψυχοθεραπευτή να τον κουράρει ούτε έναν πατέρα να τον φροντίζει. Το μόνο που χρειάζεται είναι ένα δάσκαλο να του δείξει σε ποιο σημείο του δρόμου χάθηκε."



(Jorge Bucay)

Δευτέρα 2 Σεπτεμβρίου 2013

Σὲ περιμένω παντοῦ


Κι ἂν ἔρθει κάποτε ἡ στιγμὴ νὰ χωριστοῦμε, ἀγάπη μου,
μὴ χάσεις τὸ θάρρος σου.
Ἡ πιὸ μεγάλη ἀρετὴ τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι νὰ ᾿χει καρδιά.
Μὰ ἡ πιὸ μεγάλη ἀκόμα, εἶναι ὅταν χρειάζεται
νὰ παραμερίσει τὴν καρδιά του.

Τὴν ἀγάπη μας αὔριο, θὰ τὴ διαβάζουν τὰ παιδιὰ στὰ σχολικὰ βιβλία, 

πλάι στὰ ὀνόματα τῶν ἄστρων καὶ τὰ καθήκοντα τῶν συντρόφων.
Ἂν μοῦ χάριζαν ὅλη τὴν αἰωνιότητα χωρὶς ἐσένα,
θὰ προτιμοῦσα μιὰ μικρὴ στιγμὴ πλάι σου.


Θὰ θυμᾶμαι πάντα τα μάτια σου, φλογερὰ καὶ μεγάλα,
σὰ δύο νύχτες ἔρωτα, μὲς στὸν ἐμφύλιο πόλεμο.

Ἄ! ναί, ξέχασα νὰ σοῦ πῶ, πὼς τὰ στάχυα εἶναι χρυσὰ 
κι ἀπέραντα, γιατὶ σ᾿ ἀγαπῶ.

Κλεῖσε τὸ σπίτι. Δῶσε σὲ μιὰ γειτόνισσα τὸ κλειδὶ 
καὶ προχώρα. Ἐκεῖ ποὺ οἱ φαμίλιες μοιράζονται ἕνα ψωμὶ στὰ ὀκτώ, 
ἐκεῖ ποὺ κατρακυλάει ὁ μεγάλος ἴσκιος τῶν ντουφεκισμένων. 

Σ᾿ ὅποιο μέρος τῆς γῆς, σ᾿ ὅποια ὥρα,
ἐκεῖ ποὺ πολεμᾶνε καὶ πεθαίνουν οἱ ἄνθρωποι γιὰ ἕνα καινούργιο κόσμο...
ἐκεῖ θὰ σὲ περιμένω, ἀγάπη μου!


(Τάσος Λειβαδίτης)

Η γκαστρωμένη χύτρα

«Πώς τα πάς με τους γονείς σου;»
«Μια έτσι μια αλλιώς» αποκρίθηκα. «Είναι στιγμές που συνεννοούμαστε περίφημα κι ο καθένας μπορεί να μπει στη θέση του άλλου. Άλλες φορές, όμως, δεν γίνεται τίποτα. Αδύνατον.»
«Κοίταξε, Ντεμιάν, υποθέτω ότι αυτό θα σου συμβαίνει με
όλον τον κόσμο για όλη την υπόλοιπη ζωή σου.»
«Ναι, αλλά με τους γονείς σου είναι διαφορετικά. Είναι γονείς...»
«Ναι, είναι γονείς, όμως, τι εννοείς όταν λες ότι είναι διαφορετικά;»
«Επειδή είναι οι γονείς μου έχουν ορισμένη εξουσία.»
«Τι εξουσία;»
«Εξουσία επάνω μου.»
«Εσύ πια είσαι ενήλικος, Ντεμιάν, και κανένας δεν έχει πια εξουσία επάνω σου. Κανένας. Τουλάχιστον, κανένας δεν έχει περισσότερη εξουσία απ όση του παραχωρείς εσύ ο ίδιος.»
«Εγώ δεν τους παραχωρώ τίποτα.»
«Δεν φαίνεται να είναι έτσι.»
«Ναι, αλλά το σπίτι είναι δικό τους, με ταΐζουν, μου αγοράζουν ρούχα, πληρώνουν έξοδα για τις σπουδές μου, η μητέρα μου με πλένει, σιδερώνει, στρώνει το κρεβάτι μου... Όλα αυτά τους δίνουν δικαιώματα.»
«Κι εσύ δεν δουλεύεις;»
« Ναι, φυσικά και δουλεύω.»
«Ε, τότε; Καταλαβαίνω ότι μένεις στο σπίτι των γονιών σου εφόσον δεν έχεις την οικονομική δυνατότητα να πληρώσεις δικό σου. Όμως, σε όλα τα υπόλοιπα μπορείς να δώσεις μάχη για τη ανεξαρτησία σου. Ορισμένα πράγματα θα μπορούσες να τα κάνεις μόνος σου.»
«Μα πού το πας; Με θεωρείς άχρηστο, όπως η μάνα μου; Λες και το πιο σημαντικό πράγμα στον κόσμο είναι να μάθεις να στρώνεις το κρεβάτι σου και να παρατήσεις όλα τ' άλλα!»
«Όχι, δεν νομίζω. Όμως, εσύ απαιτείς ελευθερία και ανεξαρτησία.»
«Εγώ δεν θέλω ελευθερία και ανεξαρτησία για να μαγειρεύω το φαγητό μου, να στρώνω το κρεβάτι μου και να πλένω τα ρούχα μου. Εγώ θέλω να μην είμαι αναγκασμένος να ζητάω άδεια και να έχω το δικαίωμα να πω ό,τι θέλω και να κρατήσω για τον εαυτό μου τα υπόλοιπα.»
«Ίσως, Ντεμιάν, αυτές οι δύο ομάδες "ελευθεριών" να είναι αλληλοεξαρτώμενες.»
«Δε θέλω να πάψω να βλέπω τους γονείς μου.»
«Όχι, και βέβαια όχι. Όμως, εσύ διεκδικείς ορισμένα αποσπασματικά δικαιώματα από τη σημερινή σου κατάσταση και αποφεύγεις τις ευθύνες που προκύπτουν από αυτά τα δικαιώματα.»
«Μα θέλω εγώ να διαλέξω σε ποια ζητήματα θα ανεξαρτητοποιηθώ πρώτα και για ποια μπορώ να περιμένω λίγο.»
«Για να δούμε αν η ιστορία θα σε βοηθήσει να το ξεκαθαρίσεις.»

Ένας άνθρωπος ζήτησε μια φορά από το γείτονα του μια χύτρα δανεική. Ο ιδιοκτήτης της χύτρας δεν ήταν και πολύ φιλότιμος, αλλά ένιωσε υποχρεωμένος να του τη δώσει.
Ύστερα από τέσσερις μέρες, ο γείτονας δεν του είχε επιστρέψει τη χύτρα. Με πρόφαση ότι τη χρειαζόταν, πήγε να τη ζητήσει.
«Τώρα μόλις ετοιμαζόμουν να σου τη φέρω... Ήταν δύσκολη η γέννα!»
«Μα ποια γέννα;»
«Της χύτρας.»
«Τι;»
«Α, δεν το ήξερες; Η χύτρα ήταν γκαστρωμένη.»
 «Γκαστρωμένη;»
«Ναι. Απόψε το βράδυ απόκτησε οικογένεια. Γι' αυτό ήθελε ανάπαυση. Τώρα, όμως, έχει σχεδόν συνέλθει.»
«Έχει συνέλθει;»
 «Ναι. Ένα λεπτό παρακαλώ.»
Και μπήκε στο σπίτι. Βγήκε κρατώντας τη χύτρα, ένα κανατάκι κι ένα τηγάνι.
«Αυτά δεν είναι δικά μου. Μόνο η χύτρα.»
«Όχι, δικά σου είναι. Αφού η χύτρα είναι δική σου, είναι δικά σου και τα παιδιά της.»
Ο άνθρωπος σκέφτηκε ότι ο γείτονας του ήταν θεότρελος. «Καλύτερα να πάω με τα νερά του», συλλογίστηκε. «Εντάξει, ευχαριστώ.»
«Παρακαλώ. Γεια.»
«Γεια χαρά.»
Και πήγε στο σπίτι του με τη χύτρα, το κανατάκι και το τηγάνι.
Το ίδιο απόγευμα, ο γείτονας του ξαναχτύπησε την πόρτα. «Γείτονα, μου δανείζεις ένα κατσαβίδι και μία πένσα;» 0 άνθρωπος τώρα ένιωθε περισσότερο υποχρεωμένος. «Ναι, φυσικά.»
Μπήκε στο σπίτι και βγήκε με την πένσα και το κατσαβίδι. Πέρασε σχεδόν μια εβδομάδα και ήταν έτοιμος να πάει να πάρει πίσω τα πράγματα του, όταν ο γείτονας του χτύπησε την
πόρτα.
«Α γείτονα. Εσύ το ήξερες;»
 «Τι πράγμα;»
«Ότι το κατσαβίδι και η πένσα είναι ζευγάρι;»
«Μη μου το λες!» είπε ο άνθρωπος γουρλώνοντας τα μάτια. «Δεν το ήξερα.»
«Κοίταξε, ήταν δική μου απροσεξία. Τους άφησα μόνους για λίγο και η πένσα έμεινε έγκυος.»
«Η πένσα;»
«Η πένσα! Σου έφερα τα παιδιά της.»
Και ανοίγοντας ένα καλαθάκι, του έδωσε μερικές βίδες, παξιμάδια και καρφιά, που έλεγε ότι τα είχε γεννήσει η πένσα.
«Είναι παλαβός» σκέφτηκε ο άνθρωπος. Όμως, μερικές βίδες και καρφιά πάντα είναι χρήσιμα.
Πέρασαν δύο μέρες. Ο γείτονας που όλο ζητούσε ήρθε πάλι.
«Τις προάλλες» του είπε, «όταν σου έφερα την πένσα, είδα ότι έχεις πάνω στο τραπέζι σου μία ωραία χρυσή ανθοδόχη. Έχεις την καλοσύνη να μου τη δανείσεις γι' απόψε το βράδυ;»
Άστραψαν τα μάτια του ιδιοκτήτη της ανθοδόχης.
«Φυσικά» είπε, με αδιαμφισβήτητη γενναιοδωρία. Και πήγε να φέρει την ανθοδόχη.
«Ευχαριστώ, γείτονα.»
«Αντίο.»
«Αντίο.»
Πέρασε η νύχτα εκείνη, πέρασε και η επόμενη και ο ιδιοκτήτης της ανθοδόχης δεν τολμούσε να χτυπήσει την πόρτα του γείτονα για να τη ζητήσει. Ωστόσο, όταν πέρασε μια εβδομάδα δεν άντεξε άλλο και πήγε να ζητήσει το βάζο του.
«Η ανθοδόχη;» είπε ο γείτονας.
«Α! Δεν το έμαθες;»
«Όχι, τι πράγμα;»
«Πέθανε στη γέννα.»
«Τι θα πει πέθανε στη γέννα;»
«Ναι, η ανθοδόχη ήταν γκαστρωμένη, και πάνω στη γέννα πέθανε.»
«Άκουσε, για βλάκα με περνάς; Πώς είναι δυνατό να είναι γκαστρωμένο ένα χρυσό βάζο;»
«Κοίταξε, γείτονα. Δέχτηκες την εγκυμοσύνη και τη γέννα της χύτρας. Δέχτηκες επίσης το γάμο και τους απογόνους του κατσαβιδιού και της πένσας. Τώρα, γιατί δεν δέχεσαι την εγκυμοσύνη και το θάνατο της ανθοδόχης;»

«Κι εσύ, Ντεμιάν, μπορείς να διαλέξεις ό,τι θέλεις, όμως, δεν γίνεται να είσαι ανεξάρτητος σε ό,τι σε βολεύει και σε διευκολύνει, και να μην είσαι όταν σου κοστίζει.
»Οι απόψεις σου, η ελευθερία σου, η ανεξαρτησία σου και το αίσθημα ευθύνης πάνε μαζί στην πορεία της ανάπτυξης σου. Εσύ αποφασίζεις αν θα ενηλικιωθείς ή θα παραμείνεις παιδί.»

(Jorge Bucay)

Πέμπτη 29 Αυγούστου 2013

Περί αυτοεξάρτησης και χειρισμού

Το να προσπαθούμε να επιρρίπτουμε τις ευθύνες για ότι μας συμβαίνει στους άλλους, μου φαίνεται ολέθριο. Εσύ δεν είσαι ποτέ υπεύθυνος γι’ αυτό που έκανες, το φταίξιμο είναι πάντα του άλλου, φταίει πάντα κάποιος απ’ έξω, όχι εσύ, ο άλλος είναι που δεν πρέπει να βρεθεί στον δρόμο σου για να μην πάθεις κάτι κακό….

Είναι δική μου ευθύνη να απομακρυνθώ από αυτό που με πληγώνει, δική μου ευθύνη να προστατεύσω τον εαυτό μου απ’ όσους μου κάνουν κακό, δικό μου θέμα να αναλάβω την ευθύνη για ότι μου συμβαίνει και να ξέρω το δικό μου μερίδιο συμμετοχής στα γεγονότα.

Πρέπει να έχω συναίσθηση της επίδρασης που έχει καθετί που κάνω. Για να μου συμβούν όσα μου συμβαίνουν, πρέπει κι εγώ να κάνω αυτά που κάνω. Και δεν ισχυρίζομαι ότι μπορώ να τα διαχειριστώ όλα. Λέω, απλώς, ότι είμαι υπεύθυνος για ό,τι μου συμβαίνει αφού, σε κάποιο βαθμό – έστω και μικρό -, έχω κι εγώ βάλει το χέρι μου.

Δεν μπορώ να ελέγξω την συμπεριφορά όλων εκείνων που βρίσκονται στον περίγυρό μου, μπορώ, όμως, να ελέγξω τη δική μου. Μπορώ να λειτουργήσω ελεύθερα με ό,τι κάνω.

Πρέπει λοιπόν, να αποφασίσω τι θα κάνω.

Με τους περιορισμούς μου, με τα προβλήματά μου, με όσα αγνοώ, με όσα ξέρω κι όσα έχω μάθει, πρέπει να αποφασίσω ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος για να ενεργήσω. Και πρέπει να ενεργήσω με αυτόν τον καλύτερο τρόπο.

Θα πρέπει να γνωρίσω καλύτερα τον εαυτό μου για να μάθω ποια είναι τα βοηθήματά μου.

Θα πρέπει να τον αγαπήσω τόσο, ώστε να του παραχωρώ το προνόμιο να ξέρει ότι αυτή είναι η απόφασή μου.

Και τότε, θα βρω κάτι που έρχεται με την αυτονομία και είναι η άλλη όψη της ελευθερίας : το κουράγιο. Θα έχω το κουράγιο να ενεργώ όπως μου υπαγορεύει η συνείδησή μου και να πληρώνω το τίμημα.

Θα πρέπει να είμαι ελεύθερος, έστω κι αν εσένα δεν σου αρέσει.

Κι αν δεν πρόκειται να μ’ αγαπήσεις – τέτοιος που είμαι -, αν είναι να φύγεις από δίπλα μου, – τέτοιος που είμαι -, αν την πιο κρύα νύχτα του χειμώνα σηκωθείς και μ’ αφήσεις…. κλείσε την πόρτα πίσω σου. Κατάλαβες ; Μπαίνει το κρύο.

Κλείσε την πόρτα. Αν αυτή είναι η απόφασή σου, κλείσε την πόρτα.

Δεν πρόκειται να σου ζητήσω να μείνεις ούτε λεπτό παραπάνω απ’ όσο θέλεις. Σου ξαναλέω : κλείσε την πόρτα, γιατί εγώ θα μείνω εδώ, και κάνει κρύο.

Αυτή θα είναι η δική μου απόφαση.

Κι αυτό με μεταμορφώνει σ’ ένα πλάσμα που ο άλλος δεν μπορεί να χειριστεί.

Γιατί τα αυτοεξαρτώμενα άτομα δεν είναι εύκολο να τα χειριστεί κανείς, κι αυτό το ξέρουμε καλά.

Γιατί, τον αυτοεξαρτώμενο τον χειρίζεσαι μόνο αν εκείνος θέλει- πράγμα δύσκολο. Για την ακρίβεια, δεν τον χειρίζεσαι εσύ, αυτός χειρίζεται την κατάσταση και τον εαυτό του.

Αυτό σηματοδοτεί ένα βήμα προόδου στην ιστορία και την ανάπτυξή σου, έναν διαφορετικό τρόπο να ζεις στον κόσμο, και πιθανότατα, σημαίνει ακόμα ότι αρχίζεις να γνωρίζεις λίγο περισσότερο αυτόν που είναι δίπλα σου.

Αν είσαι αληθινά αυτοεξαρτώμενος, αν δεν αφήνεις να σε χειριστούν ούτε στο ελάχιστο, είναι πολύ πιθανό ότι κάποιοι άνθρωποι που είναι τώρα στο πλευρό σου, θα φύγουν….

Ε, λοιπόν, θα χρειαστεί να πληρώσεις κι αυτό το τίμημα.

Θα χρειαστεί να πληρώσεις το τίμημα να αντέξεις την αποχώρηση κάποιων από το περιβάλλον σου.

Και να προετοιμαστείς για να γιορτάσεις τον ερχομό κάποιων άλλων.. Ποιός ξέρει!..









Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

Η αρχή του κενού

Έχεις τη συνήθεια να φυλάς άχρηστα πράγματα,
 πιστεύοντας πως μια μέρα (άγνωστο πότε) θα τα χρειαστείς;
Έχεις τη συνήθεια να κρατάς χρήματα, 

μόνο και μόνο για να μην τα ξοδέψεις, γιατί μπορεί να σου λείψουν στο μέλλον;
Έχεις τη συνήθεια να φυλάς ρούχα, παπούτσια, έπιπλα, οικιακές συσκευές και άλλα πράγματα του νοικοκυριού που δεν χρησιμοποιείς εδώ και πολύ καιρό;

Και μέσα σου…;
Έχεις τη συνήθεια να κρατάς κακίες, στεναχώριες, φόβους και άλλα;

Αυτό να μην το κάνεις ποτέ!  Είναι αντίθετο με την ευημερία σου!
Είναι σημαντικό να αφήσεις χώρο, ένα κενό, για να έρθουν καινούρια πράγματα στη ζωή σου.
Όσο εσύ γεμίζεις, υλικά ή συναισθηματικά, με παλιά και άχρηστα, 

δεν αφήνεις κενό για νέες ευκαιρίες. 
Τα αγαθά πρέπει να ανακυκλώνονται… 
Καθάρισε τα συρτάρια, τις ντουλάπες, την αποθήκη, το γκαράζ…
Δώρισε όλα εκείνα που πια δεν χρησιμοποιείς…

Το να φυλάς ένα σωρό από άχρηστα πράγματα το μόνο που καταφέρνεις είναι να δένεις την ίδια σου τη ζωή. 

Το πρόβλημα δεν είναι τα αντικείμενα που στιβάζονται στη ζωή σου…
Αλλά το νόημα του “να κρατάς”…
Όταν κρατάς, όταν φυλάς πράγματα, υπάρχει πρόβλημα έλλειψης, απουσίας…
Πιστεύεις ότι αύριο μπορεί να τα χρειαστείς, και ίσως τότε να μην υπάρχει τρόπος να καλύψεις αυτή σου την ανάγκη…

Με αυτό το σκεπτικό, το μήνυμα που στέλνεις τόσο στο μυαλό σου όσο και στη ζωή σου…  είναι ότι δεν εμπιστεύεσαι το αύριο… 

καθώς επίσης και ότι το καινούριο και το καλύτερο ΔΕΝ είναι για σένα,
γι’ αυτό βρίσκεις ικανοποίηση στο να φυλάς όλα αυτά τα παλιά και άχρηστα πράγματα…

Ξεφορτώσου όλα αυτά που έχασαν το χρώμα και τη λάμψη τους…
Επέτρεψε να μπει το καινούριο στο σπίτι σου… Και μέσα σου…



 (Joseph Newton Pew)

Σάββατο 17 Αυγούστου 2013

Τρόποι για να αγαπώ τον εαυτό μου

1. Να σταματήσεις να επικρίνεις τον εαυτό σου, είναι το πιο σημαντικό κλειδί για να αρχίσω να αγαπάω τον εαυτό μου.

Το μήνυμα που απέκτησα σαν παιδί ήταν : «Σε κάτι πρέπει να φταίω». Όταν κρίνω τον εαυτό μου, δημιουργώ πόνους και ασθένειες στο σώμα μου, εμποδίζω την αυτοπεποίθησή μου να αναπτυχθεί. Κανείς δεν σου ζητάει να είσαι τέλειος, θέλουν να είσαι ΕΣΥ. Ύμνησε την μοναδικότητά σου.

2.     Σταμάτα να τρομάζεις τον εαυτό σου και να τον κρατάς στο γύψο. Σταμάτα να δίνεις και να ανταλλάσσεις τη δημιουργική ενέργεια του νου σου, σε πράγματα που δεν θέλεις. Όπου πάει ο νους μου πάει και η ενέργεια. Συγκεντρώνομαι σε αυτό που ΘΕΛΩ. Σταμάτα να παίρνεις ένα μικρό πράγμα και να φτιάχνεις ένα μακάβριο σενάριο.

Το αυτοσαμποτάζ είναι ένας τρόπος για να καλύψω την ανάγκη μου για την αβεβαιότητα. Πικραίνω τους άλλους όταν νοιώθω αβεβαιότητα.

Ανάλογα με το σημείο εξέλιξής μας δίνουμε και διαφορετική απάντηση –εξήγηση σε κάθε «γιατί» μας.

Το παρελθόν δεν είναι ίδιο με το παρόν.

Ζήσε με την καρδιά σου, τράβηξε μια γραμμή και αποφάσισε από εδώ και πέρα να αγαπάς και να φροντίζεις τον εαυτό σου.

3.   Να είσαι στοργικός, τρυφερός και υπομονετικός με τον εαυτό σου.

4.   Άρχισε να επαινείς τον εαυτό σου. Ο έπαινος χτίζει το ηθικό, η επίκριση το γκρεμίζει.

5.    Αγάπα τον εαυτό σου, να τον υποστηρίζεις, να τον βοηθάς και να ζητάς υποστήριξη. Από κοντά η ανεξαρτησία είναι ανοιχτή  πληγή, από μακριά ο ανεξάρτητος φαντάζει δυνατός. Μήπως η οικειότητα σε πληγώνει; Σου φαίνεται τρομακτική; Υπάρχει πολύ αγάπη για σένα, επέτρεψε στους ανθρώπους να έρθουν κοντά σου και να σου δώσουν βοήθεια.

6.  Αγάπησε και τα αρνητικά σου σημεία και συγχώρησε τον εαυτό σου. Το κάθε αρνητικό σου σημείο είναι το μισό ενός θετικού σου.

7.   Φρόντισε το σώμα σου, τη φυσιολογία σου, το νου σου, συμπεριφέρσου με καλοσύνη στο σώμα σου.

8.    Πρόσφερε στον εαυτό σου καθημερινά, ο εαυτός σου δεν είναι δούλος σου. Κάνε κάτι για σένα καθημερινά. Ζήσε την κάθε σου μέρα σαν να είναι γιορτή, με ευγνωμοσύνη.

9.   Δούλεψε για να καλυτερέψεις τον εαυτό σου, παρά με αυτά που λένε ή δεν λένε οι άλλοι για σένα, μ’ αυτό που κάνουν ή δεν κάνουν, σκέφτονται ή δεν σκέφτονται οι άλλοι.

Ο χρόνος είναι η πιο σημαντική μετοχή στο χρηματιστήριο της ζωής σου, γι’ αυτό να τον σέβεσαι και να τον εκτιμάς.

Η χρονοτράπεζα κάθε ημέρας σου παρέχει 86.400 δευτερόλεπτα, αξιοποίησέ τα. Πάρε τη ζωή σου και κάντην ένα έργο τέχνης, ΜΠΟΡΕΙΣ.

10. Αγάπησε τον εαυτό σου ΤΩΡΑ, όχι όταν αλλάξεις, ή γίνεις καλύτερος. Ο φόβος ότι κάτι λείπει από σένα είναι μια μπαμπέσικη σκέψη που σπέρνει τον Όλεθρο μέσ’ στη συνειδητότητά σου, τρέφει τη νοητική σαβούρα και σε οδηγεί να ψάχνεις τη λύση έξω από σένα.

11.   Κάθε πολιτισμός έχει τα δικά του ιερά μέρη συνάντησης, αλλά κανένα μέρος δεν είναι τόσο ιερό, όσο η ανθρώπινη καρδιά.

Είσαι ότι αναζητάς, ότι σου λείπει το έχεις μέσα σου.1. Να σταματήσεις να επικρίνεις τον εαυτό σου, είναι το πιο σημαντικό κλειδί για να αρχίσω να αγαπάω τον εαυτό μου.


Το μήνυμα που απέκτησα σαν παιδί ήταν : «Σε κάτι πρέπει να φταίω». Όταν κρίνω τον εαυτό μου, δημιουργώ πόνους και ασθένειες στο σώμα μου, εμποδίζω την αυτοπεποίθησή μου να αναπτυχθεί. Κανείς δεν σου ζητάει να είσαι τέλειος, θέλουν να είσαι ΕΣΥ. Ύμνησε την μοναδικότητά σου.

2.     Σταμάτα να τρομάζεις τον εαυτό σου και να τον κρατάς στο γύψο. Σταμάτα να δίνεις και να ανταλλάσσεις τη δημιουργική ενέργεια του νου σου, σε πράγματα που δεν θέλεις. Όπου πάει ο νους μου πάει και η ενέργεια. Συγκεντρώνομαι σε αυτό που ΘΕΛΩ. Σταμάτα να παίρνεις ένα μικρό πράγμα και να φτιάχνεις ένα μακάβριο σενάριο.

Το αυτοσαμποτάζ είναι ένας τρόπος για να καλύψω την ανάγκη μου για την αβεβαιότητα. Πικραίνω τους άλλους όταν νοιώθω αβεβαιότητα.

Ανάλογα με το σημείο εξέλιξής μας δίνουμε και διαφορετική απάντηση –εξήγηση σε κάθε «γιατί» μας.

Το παρελθόν δεν είναι ίδιο με το παρόν.

Ζήσε με την καρδιά σου, τράβηξε μια γραμμή και αποφάσισε από εδώ και πέρα να αγαπάς και να φροντίζεις τον εαυτό σου.

3.   Να είσαι στοργικός, τρυφερός και υπομονετικός με τον εαυτό σου.

4.   Άρχισε να επαινείς τον εαυτό σου. Ο έπαινος χτίζει το ηθικό, η επίκριση το γκρεμίζει.

5.    Αγάπα τον εαυτό σου, να τον υποστηρίζεις, να τον βοηθάς και να ζητάς υποστήριξη. Από κοντά η ανεξαρτησία είναι ανοιχτή  πληγή, από μακριά ο ανεξάρτητος φαντάζει δυνατός. Μήπως η οικειότητα σε πληγώνει; Σου φαίνεται τρομακτική; Υπάρχει πολύ αγάπη για σένα, επέτρεψε στους ανθρώπους να έρθουν κοντά σου και να σου δώσουν βοήθεια.

6.  Αγάπησε και τα αρνητικά σου σημεία και συγχώρησε τον εαυτό σου. Το κάθε αρνητικό σου σημείο είναι το μισό ενός θετικού σου.

7.   Φρόντισε το σώμα σου, τη φυσιολογία σου, το νου σου, συμπεριφέρσου με καλοσύνη στο σώμα σου.

8.    Πρόσφερε στον εαυτό σου καθημερινά, ο εαυτός σου δεν είναι δούλος σου. Κάνε κάτι για σένα καθημερινά. Ζήσε την κάθε σου μέρα σαν να είναι γιορτή, με ευγνωμοσύνη.

9.   Δούλεψε για να καλυτερέψεις τον εαυτό σου, παρά με αυτά που λένε ή δεν λένε οι άλλοι για σένα, μ’ αυτό που κάνουν ή δεν κάνουν, σκέφτονται ή δεν σκέφτονται οι άλλοι.

Ο χρόνος είναι η πιο σημαντική μετοχή στο χρηματιστήριο της ζωής σου, γι’ αυτό να τον σέβεσαι και να τον εκτιμάς.

Η χρονοτράπεζα κάθε ημέρας σου παρέχει 86.400 δευτερόλεπτα, αξιοποίησέ τα. Πάρε τη ζωή σου και κάντην ένα έργο τέχνης, ΜΠΟΡΕΙΣ.

10. Αγάπησε τον εαυτό σου ΤΩΡΑ, όχι όταν αλλάξεις, ή γίνεις καλύτερος. Ο φόβος ότι κάτι λείπει από σένα είναι μια μπαμπέσικη σκέψη που σπέρνει τον Όλεθρο μέσ’ στη συνειδητότητά σου, τρέφει τη νοητική σαβούρα και σε οδηγεί να ψάχνεις τη λύση έξω από σένα.

11.   Κάθε πολιτισμός έχει τα δικά του ιερά μέρη συνάντησης, αλλά κανένα μέρος δεν είναι τόσο ιερό, όσο η ανθρώπινη καρδιά.

Είσαι ότι αναζητάς, ότι σου λείπει το έχεις μέσα σου.




(σε αυτό, προσωπικά,  βρήκα την άκρη του νήματος ..
για τη δική μου Αριάδνη!)

Αποχαιρετιστήρια επιστολή

“Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μια μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δεν θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά  που λέω εδώ.

    * Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι’ αυτό που αξίζουν, αλλά γι’ αυτό που σημαίνουν.

    * Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πιο πολύ, γιατί για κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εξήντα δευτερόλεπτα φως.

    * Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλο κοιμόνταν.

    * Θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν και πόσο θα απολάμβανα ένα ωραίο παγωτό σοκολάτα!

    * Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και την ψυχή μου.

    * Θεέ μου, αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος.

    * Θα ζωγράφιζα μ’ ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα ένα ποίημα του Μπενεντέτι κι ένα τραγούδι του Σερράτ θα ήταν η σερενάτα που θα χάριζα στη σελήνη.

    * Θα πότιζα με τα δάκρια μου τα τριαντάφυλλα, για να νοιώσω τον πόνο από τ’ αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους…

    * Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωή… Δεν θα άφηνα να περάσει ούτε μία μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους ότι αγαπώ, ότι τους αγαπώ.

    * Θα έκανα κάθε άνδρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι οι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα.

    * Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν όταν παύουν να ερωτεύονται!

    * Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει.

    * Στους γέρους θα έδειχνα ότι το θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη.

    * Έμαθα τόσα πράγματα από σας, τους ανθρώπους…

    * Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απόκρημνη πλαγιά.

    * Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα.

    * Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί.

    * Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από σας, αλλά δεν θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ’ αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθαίνω.

    * Να λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι.

    * Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ’ έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ’ αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου.

    * Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ’ έβλεπα να βγαίνεις απ’ την πόρτα, θα σ’ αγκάλιαζα και θα σου ‘δινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά για να σου δώσω κι άλλα.

    * Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά.

    * Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που σ’ έβλεπα, θα έλεγα “σ’ αγαπώ” και δεν θα υπέθετα, ανόητα, ότι το ξέρεις ήδη.

    * Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μάς δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα ‘θελα να σου πω πόσο σ’ αγαπώ κι ότι ποτέ δεν θα σε ξεχάσω.

Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. 
Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς.

Γι’ αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν’ το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δεν βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν πολύ απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους
επιθυμία.

Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις “συγνώμη”, “συγχώρεσέ με”, “σε παρακαλώ”, “ευχαριστώ” κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις.
Κανείς δεν θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις.
Ζήτα απ’ τον Κύριο τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις.
 Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα.”


(Gabriel José García Márquez)

Ποιήματα στους φίλους

Δεν μπορώ να σου δώσω λύσεις για όλα τα προβλήματα της ζωής σου,
ούτε έχω απαντήσεις για τις αμφιβολίες και τους φόβους σου…
Όμως, μπορώ να σ’ ακούσω και να τα μοιραστώ μαζί σου.


Δεν μπορώ ν’ αλλάξω το παρελθόν ή το μέλλον σου.
Όμως… όταν με χρειάζεσαι θα είμαι εκεί μαζί σου.

Δεν μπορώ να αποτρέψω τα παραπατήματά σου.
Μόνο μπορώ να σου προσφέρω το χέρι μου,  να κρατηθείς και να μην πέσεις.

Οι χαρές σου, οι θρίαμβοι και οι επιτυχίες σου δεν είναι δικές μου.
Όμως ειλικρινά απολαμβάνω να σε βλέπω ευτυχισμένο.


Δεν κρίνω τις αποφάσεις που παίρνεις στη ζωή σου.
Αρκούμαι να σε στηρίξω, να σου δώσω κουράγιο και να σε βοηθήσω αν μου το ζητήσεις.


Δεν μπορώ να περιορίσω μέσα σε όρια αυτά που πρέπει να πραγματοποιήσεις.
Όμως… θα σου προσφέρω τον ελεύθερο χώρο που χρειάζεσαι για να μεγαλουργήσεις.


Δεν μπορώ να αποτρέψω τις οδύνες σου όταν κάποιες θλίψεις σου σκίζουν την καρδιά.
Όμως μπορώ να κλάψω μαζί σου και να μαζέψω τα κομμάτια για να τη φτιάξουμε ξανά πιο δυνατή.


Δεν μπορώ να σου πω ποιος είσαι, ούτε ποιος πρέπει να γίνεις.
Μόνο μπορώ να σ΄ αγαπώ όπως είσαι και να είμαι φίλος σου.


(Jorge Luis Borges)

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

Αφού σου το 'πα

Να ρίξεις μαύρη πέτρα
και να φύγεις για πάντα
αλλά να πας πού
κοντέρ 230 πατάς γκαζώνεις
και στη στροφή μετανιώνεις
στο πρώτο bar θα γίνεις στουπί

Μόλις ξημερώσει
θα ‘χουν όλα τελειώσει
και θα μου πεις γεια
ξέρεις το είδα ξανά
από την άλλη
με καθαρό το κεφάλι
το όνειρο ζητάει πολλά

Μ’ έχεις γερά δεμένο
σ’ ένα σφιχτό ιστό
βήμα το βήμα να μετράω
πόσο μου μένει
Αν είναι να πεθάνω
για σένα το μπορώ
μονάχα όποιος τ’αξίζει
από έρωτα πεθαίνει

Ξέρεις να κάνεις κόλπα
ξέρεις να με κρατάς
ένας Θεός μονάχα
ξέρει πόσα ξέρεις
Μένει να δεις πια τώρα
αυτό που δεν τολμάς
θα μάθεις να γελάς
αν μάθεις να υποφέρεις

Αφού το ξέρεις
τη μια πονάς κι υποφέρεις
την άλλη πάνω
τόσο ψηλά δε σε φτάνω
κατέβα λίγο
έτσι περνούσα πριν φύγω
και τώρα γειά σου
δώσε φιλιά στη μαμά σου

Στην αμμουδιά ποτέ του
δε βγαίνει ο ανθός
ούτε και ζει ποτέ
χωρίς νερό το ψάρι
το είπε παλιά κι ο μάγκας
που δήλωσε Θεός
χωρίς αγάπη όλους ο διάολος θα μας πάρει

Λύσε λοιπόν τα μάγια
μάζεψε τα σκοινιά
μες την αρένα
δες πως φέγγουνε τα φώτα
πάλι θα χάσει κάποιος
πάλι κάποιος νικά
πες ότι θες μόνο
μην πεις πως δε σου το’πα

Αφού σου το’πα
πως της αγάπη η ντόπα
είναι η πρώτη
φωτοβολίδες και κρότοι
το αίμα βράζει
φιλιά που πέφτουν χαλάζι
δεν είναι η φρίκη
είναι η ζωή που σου ανήκει

Κοντεύουν ξημερώματα
και παίρνεις εμένα
για να σου πω τι
πως είναι όλα χαμένα
χίλιες φορές παραμύθια
αφού την αλήθεια
την ξέρει κι ένα παιδί



Παρασκευή 12 Ιουλίου 2013

Δε σ'αγαπώ


Δε σ' αγαπώ σαν να 'σουν ρόδο αλατιού, τοπάζι,
σαΐτα από γαρούφαλα που τη φωτιά πληθαίνουν:
σ' αγαπώ ως αγαπιούνται κάποια πράγματα σκούρα, 
μυστικά, μέσ' από την ψυχή και τον ίσκιο. 

Σ' αγαπώ καθώς κάποιο φυτό που δεν ανθίζει,
μα που μέσα του κρύβει το λουλουδόφως όλο, 
και ζει απ' τον έρωτά σου σκοτεινό στο κορμί μου 
τ' άρωμα που σφιγμένο μ' ανέβηκε απ' το χώμα. 

Σ' αγαπώ μη γνωρίζοντας πώς, από πού και πότε, 
σ' αγαπώ στα ίσια δίχως πρόβλημα ή περηφάνια: 
σ' αγαπώ έτσι γιατί δεν ξέρω μ' άλλον τρόπο, 
παρά μ' ετούτον όπου δεν είμαι μήτε είσαι, 
που το χέρι σου πάνω μου το νιώθω σαν δικό μου,
που όταν κοιμάμαι κλείνουν και τα δικά σου μάτια.




(Pablo Neruda)