Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

Όλοι θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο,αλλά κανείς τον εαυτό του.

Τώρα θα έτρεχα ως το πλησιέστερο βουνό τσιρίζοντας σαν κόμικ για να ηρεμήσω, αλλά η πραγματικότητα μου δεν το επιτρέπει. Κι έτσι, τι μου μένει φιόγκε μου; Να χώσω, να θυμώσω, να αντιδράσω, γιατί αλλιώς, θα αρχίσω και το πλέξιμο, προκειμένου να μην σε σκοτώσω.

Είτε είσαι ο αδιάβαστος, ανιστόρητος εγκεφαλοπλυμένος φασίστας, είτε είσαι ο γείτονας που δεν με αφήνει να κλείσω μάτι εδώ και τρεις νύχτες, είτε διότι δεν χωράει στο στενόμυαλο εγκεφαλάκι σου πως ο έρωτας τελειώνει. Ναι, κάποιοι άνθρωποι θα σε προδώσουν και θα σε πληγώσουν, θα φύγουν, όπως κι εσύ. Eίναι στην φύση μας, σαν το ένστικτο, είναι θέμα αυτοσυντήρησης! Δεν έρχονται όλοι στην ζωή μας για να μείνουν.

Μερικές φορές, παίρνεις την μορφή του κλαψομούρη σπασίκλα στο Facebook μου. Και δεν θα με ενοχλούσε, αν έκλαιγε άπαξ, αλλά κλαίγεται μέρα νύχτα για την Κούλα! Ακόμα ένα λαϊκό άσμα στολισμένο σαν λατέρνα, με 4 κιλά θαυμαστικά και θα την καταπιώ μόνη μου τη φόλα, μπας και γλιτώσω από τον καημό που με περικυκλώνει! Άσε ο φίλος, που γκρινιάζει νυχθημερόν, γιατί η ζωή είναι δύσκολη λέει! Ποιος σου 'πε πως η ζωή είναι εύκολη μάνα μου; Με κλάμα ξεκινάει! Δεν το ξέραμε, πως θα γεννιόσουνα, θα τα έβρισκες όλα έτοιμα και δεν θα κούναγες ούτε το δαχτυλάκι σου! Τι λες; Κανείς δεν σου χρωστάει εγωιστάκο, η αγάπη υπήρχε πολύ πριν από σένα στον πλανήτη... Μήπως αν άρχιζες το σπορ της αλήθειας, να άλλαζε κάτι; Μήπως αντί να τα κουβαλάς όλα μέσα σου σαν ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να σκάσει για άλλη μια φορά στα μούτρα μου, να μίλαγες σε κάποιον; Να απαιτούσες ένα ξεκαθάρισμα, για να ξέρεις πού πατάς και πού βρίσκεσαι; Δεν λέω να αρχίσουμε να ξηλώνουμε παγκάκια όχι, μην γίνεις χουλιγκάνι. Με τον θυμό, δεν λύθηκε ποτέ τίποτις. Αλλά πάρε ένα τηλέφωνο την Κούλα και πες της όλα όσα αραδιάζεις με τις ώρες στο Facebook σου φιόγκε μου. Κοίτα πόσο απλό είναι, με ενοχλείς; Σ' το λέω. Μου αρέσεις; Επίσης. Θέλω να σε στείλω στο διάολο; Σε στέλνω. Δεν θέλω; Σου ζητώ να μείνεις. Ακριβώς όπως όταν ήσουν μικρός, θυμάσαι; Απλό. Πάψε να φοβάσαι την αλήθεια, αποδέξου την τη ρημάδα, θα σε τσατίσει στην αρχή ναι, έξαλλο θα σε κάνει, αλλά θα σε ελευθερώσει!

Μιας και συναντηθήκαμε τώρα, σε παρακαλώ, σεβάσου λίγο τον διπλανό σου, όλοι ίδιοι είμαστε, ίσοι απλά διαφορετικοί, μην είσαι τόσο αγενής ρε μάστορη. Κι αν σου περισσεύει ένα χαμόγελο, δώσ' το. Όλοι έχουμε τις αποσκευές μας, μνήμες, εμπειρίες, προκαταλήψεις, φόβους... Χώσ' τα μου, αλλά από ενδιαφέρον όχι εγωισμό, γιατί από κει που ξεκινήσαμε μαζί για να αλλάξουμε τον κόσμο, καταλήξαμε χώρια, να αλλάζουμε απλώς κανάλια στην τιβί, φιόγκε μου...



Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

Εκείνη, με το διαφορετικό βλέμμα

Ο πόνος, έχει τον τρόπο του να σε αλλάζει. 
Σε κάνει να βλέπεις αλλιώς την ζωή και να κοιτάς κατάματα τους γύρω σου. 
Κάπως έτσι λοιπόν, εκείνοι που συνάντησαν στη ζωή τους πολλές απώλειες, πολύ θάνατο, συνεπώς και μοναξιά, χωρίς να το θέλουν, έγιναν πιο ανθεκτικοί από εμάς. 
Διαφορετικοί.
Ξέρουν, πως η στιγμή μετράει, αυτή γεννάει την αμέτρητη ευτυχία, αυτή και τις ανηφοριές.
Κάθε ώρα είναι τώρα, κάθε συναίσθημα απόλυτο και οφείλεις να το καταθέτεις πριν χαθεί μαζί σου.
Σκέφτονται καθημερινά πόσο εύθραυστη είναι η ζωή και είναι σχεδόν μονίμως αφηρημένοι.
Σέβονται κάθε τι ζωντανό. 
Ζητούν συγγνώμη, λένε ευχαριστώ και πάντα μα πάντα, το εννοούν.
Ίσως αργούν στις αντιδράσεις τους, αλλά μη τους παρεξηγήσεις.
Είναι που κουβαλάνε πολλά χαμόγελα και όνειρά στις τρύπιες τσέπες τους.
Εκείνοι, είναι ταπεινοί. 
Διόλου εγωιστές, δεν θέλουν να προσβάλουν κανέναν, ούτε και να ενοχλούν.
Δεν μιλάνε πολύ, προτιμούν να παρατηρούν τον κόσμο γύρω τους.
Ντρέπονται και γελούν σαν μικρά παιδιά. 
Τους αγαπούν όλους, αλλά εμπιστεύονται ελάχιστους και δεν κάνουν κακό σε κανέναν.
Σήκωσαν πολλή πραγματικότητα στους ώμους τους και πλησιάζουν τον κόσμο με μια σκληρή ευαισθησία εξαιτίας αυτού του βάρους και μια ανεπιτήδευτη αυθεντικότητα.
Παίρνουν πολύ προσωπικά τη βροχή, σαν τους ποιητές, για αυτό και δεν θα δεις ποτέ κανέναν τους να κρατά ομπρέλα...
Δεν κουβαλάνε θυμό μέσα τους, ούτε κακία.
Μια θλίψη μόνο, μια βαθιά θλίψη που προτιμούν να την αφήνουν να κοιμάται και αχνοφαίνεται μόνο στα μάτια τους, όταν χαμογελούν ακαταλαβίστικα και ανεξήγητα για σένα και για μένα, που δεν φορέσαμε ποτέ τα παπούτσια τους...
Δεν θα παραδεχτούν ποτέ πως πονάνε, γιατί γνωρίζουν πως ο ανθρώπινος πόνος δεν μοιράζεται, ούτε και μετριέται.
Ούτε και θα παλέψουν για να τους αποδεχτείς, αφού η ίδια η ζωή τούς επέλεξε για να ξεχωρίζουν.
Ίσως να είναι απότομοι και νευρικοί, απαιτητικοί ακόμα, αν σ' αγαπούν. 
Μα όλες τους οι αντιδράσεις είναι γνήσιες, γιατί στέκονται δίπλα σου στα ίσα, χωρίς καβάτζες.
Αν συναντήσεις έναν τέτοιο άνθρωπό ποτέ, μην ψαχουλέψεις την ψυχή του, αποδέξου τον κι αγάπησέ τον αν μπορείς. 
Αλλιώς, άφησέ τον να συνεχίσει το δρόμο του...

Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2014

Όσα χρόνια και αν περάσουν

…μάνα είναι μόνο μία!..

Ο 83χρονος φωτογράφος Ken Heyman πέρασε εφτά περίπου δεκαετίες πίσω από μία φωτογραφική μηχανή και χρειάστηκε να ταξιδέψει σε περισσότερες από 60 χώρες για να ολοκληρώσει το έργο του. Όταν κάποια στιγμή ο Heyman χρειάστηκε να ξεσκαρτάρει τα κουτιά που επί χρόνια είχε στην αποθήκη του βρήκε φωτογραφίες που είχε ξεχάσει και ο ίδιος ότι υπήρχαν. Η μεγαλύτερη ανακάλυψή του ήταν ένα κουτί που έγραφε τη λέξη “Μητέρες”.
Ο Heyman είχε τραβήξει τις εν λόγω φωτογραφίες πριν από περίπου 50 χρόνια, με αφορμή ένα υποψήφιο για βραβείο Πούλιτζερ βιβλίο, με τίτλο “Family”, για το οποίο είχε συνεργαστεί με την ανθρωπολόγο Margaret Mead. Οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν σε όλο τον κόσμο και αποδεικνύουν ότι ενώ πολλά πράγματα αλλάζουν ανάλογα με τον τόπο ή τον χρόνο, η μητρική αγάπη δεν είναι ένα από αυτά. Ανεξάρτητα από θρησκείες και εθνικότητες, οι μητέρες έπαιζαν με τα παιδιά τους, γελούσαν, τα αγκάλιαζαν, τα χτένιζαν και τα φρόντιζαν, αντιμετωπίζοντάς τα σαν το πολυτιμότερο αγαθό της ζωής τους.