Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

Θέλω...

Μάλλον  μ΄ έπιασε η άνοιξη για τα καλά, γιατί να συμμαζέψω τα μυαλά μου δεν μπορώ. Ήθελα να γράψω κάτι για τον οίστρο που πιάνει τα παιδιά τέτοια εποχή, όταν τα ξαμολήσεις μέσα στη φύση, σ΄ένα λιβάδι με αγριολούλουδα ας πούμε..΄Η όταν τ΄αφήσεις να σκαρφαλώσουν σ΄ένα ανθισμένο δέντρο και δεις στο φωτεινό μουτράκι τους την αίσθηση του θριάμβου που τα κατάφεραν Πώς όλα αυτά τα όμορφα συναισθήματα γίνονται ακόμα πιο βαθιά την άνοιξη;  Ίσως γιατί η μαγική αυτή εποχή μας συντονίζει με την αίσθηση της αναγέννησης, το μυστήριο του έρωτα και της ζωής, με τη σοφία της φύσης που υπερβαίνει τη μικρότητα του μίζερου τρόπου που έχουμε εφεύρει για να μετράμε τη γνώση, μέσα από πτυχία και πιστοποιήσεις κάθε λογής…

Δυο άνθρωποι, μια καρδιά. Εργο της S. Breillat
Κι ύστερα είναι κι αυτός ο έρωτας…Θέλεις – δεν θέλεις,  προλαβαίνεις – δεν προλαβαίνεις, έρχεται κάθε Απρίλη και σου χτυπάει την πόρτα, σε βαράει στο κεφάλι με τις μυρωδιές και τ΄αρώματα, σε τυλίγει με τον ενθουσιασμό και την ενέργεια αυτής της αρχέγονης υπέροχης αίσθησης πως είσαι ζωντανός και , ναι, είσαι εδώ και το παλεύεις, κι ανοίγεις την αγκαλιά στον άνθρωπό σου και σε κατακλύζει ένα μεγαλείο αληθινό και δεν έχει τίποτα άλλο σημασία πέρα από το “μαζί”. Ναι, “μαζί” κι ας με κουρδίζουν ώρες ώρες οι διαφορές μας, ναι “μαζί”  κι ας έχουμε ράμματα για τις γούνες μας, ναι “μαζί” κι ας είναι τόσες φορές δύσκολη η καθημερινότητα, ναι “μαζί” κι ας έχουν βαθύνει οι χαρακιές του χρόνου στο μέτωπό μας…
Γι΄αυτό αγαπημένε μου, σου αφιερώνω την πιο όμορφη ποιητική πρόταση για τις διαπροσωπικές σχέσεις, που μόνο ένας Χόρχε Μπουκάϊ,  μπορεί να μεταφέρει:


Θέλω να με ακούς χωρίς να με κρίνειςΘέλω τη γνώμη σου χωρίς συμβουλέςΘέλω να με εμπιστεύεσαι χωρίς απαιτήσειςΘέλω τη βοήθειά σου, κι όχι ν΄ αποφασίζεις για μέναΘέλω να με προσέχεις χωρίς να με ακυρώνειςΘέλω να με κοιτάς χωρίς να προβάλλεις τον εαυτό σου σε μέναΘέλω να μ΄ αγκαλιάζεις χωρίς να με κάνεις να ασφυκτιώΘέλω να μου δίνεις ζωντάνια χωρίς να με σπρώχνειςΘέλω να με υποστηρίζεις χωρίς να με φορτώνεσαιΘέλω να με προστατεύεις χωρίς ψέματαΘέλω να πλησιάζεις χωρίς να εισβάλλειςΘέλω να ξέρεις τις πλευρές μου που πιο πολύ σ΄ενοχλούνΝα τις αποδέχεσαι και να μην προσπαθείς να τις αλλάξειςΘέλω να ξέρεις…πως σήμερα μπορείςνα βασίζεσαι πάνω μου…Χωρίς όρους.



Ανοιξιάτικος οίστρος από την Jo-Ann Stokes, flickr
(Jorhe Bucay)

Κυριακή 7 Απριλίου 2013

Οι απομείναντες

Όμως υπάρχουν ακόμα
λίγοι άνθρωποι
που δεν είναι κόλαση
η ζωή τους

υπάρχει το μικρό πουλί ο κιτρινολαίμης
η Fraülein Ramser
και πάντοτε του ήλιου οι απομείναντες
οι ερωτευμένοι με ήλιο ή με φεγγάρι

ψάξε καλά
βρες τους, Ποιητή!
κατάγραψέ τους προσεχτικά
γιατί όσο παν και λιγοστεύουν
λιγοστεύουν


(Μίλτος Σαχτούρης)

Είμαστε πολλοί


Από τα πολλά άτομα τα οποία είμαι, από τα οποία είμαστε, 
Δεν μπορώ να κατασταλάξω σε ένα μόνο. 
Έχουν χαθεί για μένα υπό την κάλυψη της ένδυσης 
Έχουν αναχωρήσει για μια άλλη πόλη. 

Όταν τα πάντα φαίνεται να έχουν καθοριστεί
για να με αναδείξουν ως νοήμων άνθρωπο, 
ο ανόητος που κρατώ μέσα μου κρυμμένο 
αναλαμβάνει να μιλήσει για εμένα. 

Σε άλλες περιπτώσεις, λαγοκοιμάμαι ανάμεσα
σε ανθρώπους με κάποια διάκριση, 
και όταν καλώ τον θαρραλέο εαυτό μου, 
ένας δειλός εντελώς άγνωστος σε μένα 
τρέχει να καλύψει τον σκελετό μου 
με χίλιες καλές δικαιολογίες. 

Όταν ένα αξιοπρεπές σπίτι τυλιχτεί στις φλόγες, 
αντί να καλέσω τον πυροσβέστη, 
ένας εμπρηστής εμφανίζεται στη σκηνή, 
και αυτός είναι εγώ. Δεν υπάρχει τίποτα που μπορώ να κάνω. 
Τι πρέπει να κάνω για να ξεχωρίσω τον εαυτό μου; 
Πώς μπορώ να συμαζέψω τον εαυτό μου; 

Όλα τα βιβλία που διάβασα 
είναι γεμάτα εκθαμβωτικές ηρωικές μορφές, 
γεμάτες αυτοπεποίθηση. 
Πεθάνω με φθόνο για αυτές· 
και, σε ταινίες όπου σφαίρες πετούν στον άνεμο, 
Ζηλεύω τους καουμπόηδες, 
θαυμάζοντας ακόμη και τα άλογα. 

Αλλά όταν καλώ το τολμηρό μου είναι, 
έρχεται ο παλιός τεμπέλης εαυτός, 
και έτσι ποτέ δεν ξέρω ποιος είμαι ακριβώς, 
ουτε πόσοι είμαι, ούτε πόσοι θα είμαστε. 
Θα ήθελα να είμαι σε θέση να αγγίξω ένα κουδούνι 
και να πρόσκλέσω τον πραγματικό εαυτό μου, 
γιατί αν χρειάζομαι τον πραγματικό εαυτό μου, 
δεν πρέπει να εξαφανιστώ. 

Ενώ γράφω, βρίσκομαι μακριά· 
και όταν γυρίσω, έχω ήδη φύγει. 
Θα ήθελα να δω αν το ίδιο συμβαίνει και 
σε άλλους ανθρώπους όσο και σε μένα, 
για να δούμε αν υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι 
όσοι εγώ είμαι, 
και αν μοιάζουν στον εαυτό τους με τον ίδιο τρόπο. 
Και όταν σιγουρευτώ, 
μαθαίνω τόσο ωραία πράγματα
που, όταν προσπαθώ να εξηγήσω τα προβλήματα μου, 
θα μιλάω για γεωγραφία.




(Pablo Neruda)

Ἀνένταχτα- Ἀγαπάω

Ἀγαπάω τ᾿ ὅτι θλιμμένο στὸν κόσμο.
Τὰ θολὰ τὰ ματάκια, τοὺς ἀρρώστους ἀνθρώπους,
τὰ ξερὰ γυμνὰ δέντρα καὶ τὰ ἔρημα πάρκα,
τὶς νεκρὲς πολιτεῖες, τοὺς τρισκότεινους τόπους.
Τοὺς σκυφτοὺς ὁδοιπόρους ποὺ μ᾿ ἕνα δισάκι
γιὰ μία πολιτεία μακρυνὴ ξεκινᾶνε,
τοὺς τυφλοὺς μουσικοὺς τῶν πολύβουων δρόμων,
τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀλῆτες, αὐτοὺς ποὺ πεινᾶνε.
Τὰ χλωμὰ τὰ κορίτσια ποὺ πάντα προσμένουν
τὸν ἱππότην ποὺ εἶδαν μία βραδιὰ στ᾿ ὄνειρό τους,
νὰ φανῇ ἀπ᾿ τὰ βάθη τοῦ ἀπέραντου δρόμου.
Τοὺς κοιμώμενους κύκνους πάνω στ᾿ ἀσπρόφτερό τους.
Τὰ καράβια ποὺ φεύγουν γιὰ καινούρια ταξίδια
καὶ δὲν ξέρουν καλὰ -ἂν ποτὲ θὰ γυρίσουν πίσω
ἀγαπάω, καὶ θά ῾θελα μαζί τους νὰ πάω
κι οὔτε πιὰ νὰ γυρίσω. Ἀγαπάω τὶς κλαμμένες ὡραῖες γυναῖκες
ποὺ κυττᾶνε μακριά,ποὺ κυττᾶνε θλιμμένα …
ἀγαπάω σὲ τοῦτον τὸν κόσμο -ὅ,τι κλαίει
γιατὶ μοιάζει μ᾿ ἐμένα.

(Νίκος Καββαδίας)
* Περιοδικὸ τῆς Μεγάλης Ἑλληνικῆς Ἐγκυκλοπαίδειας, τοῦ Παύλου Δρανδάκη, ἀρ. 173, 10 Μαρτίου 1929.