Τρίτη 12 Μαΐου 2015

Να ονειρεύεσαι

"Να ονειρεύεσαι, μου 'λεγε ένας φίλος που μ'αγαπούσε και με ήξερε καλά. 
Τα όνειρα, συνήθως, προδίνουν. Παραπλανούν. 
Καμιά φορά και σκοτώνουν. 
Ομως, δε γίνεται να ζεις χωρίς να ονειρεύεσαι. 
Δεν έχει νόημα. Δεν έχει ουσία. 
Να ονειρεύεσαι!
Κοίτα μόνο να έχεις σταμπάρει την έξοδο κινδύνου από τα όνειρα σου.
Τότε σώζεσαι.
Και ποια είναι η έξοδος κινδύνου;
Τίποτε δεν είναι στη ζωή το παν!
Εχει και παρακάτω, έχει και άλλο.
Προχώρα, λοιπόν, ξεκόλλα!
Αυτή είναι η έξοδος κινδύνου!
Οταν ένας άνθρωπος έχει ενδώσει εντελώς στο πάθος του,
είναι μάταιο να προσπαθείς να του αλλάξεις τακτική.
Είναι όπως ακριβώς ο τζόγος.
Οσο χάνεις, τόσο κολλάς.
Εχει μια περίεργη γλύκα η αυτοκαταστροφή.
Ανήκει στα σκληρά ναρκωτικά.
Αν εθιστείς, μάλλον τελείωσες.
Εκτός αν
πετύχεις στις καλές του το Θεό.
Συμβαίνει.
Εγώ τα είχα βρει μια χαρά με τη ζωή.
Γίναμε κολλητάρια και τα περνούσαμε περίφημα. Πήγαινα ως εκεί που μ'έπαιρνε.
Για να χαίρομαι.
Κι αν είχα κέφι, προχωρούσα ως εκεί που δε μ'έπαιρνε. 

Για να μαθαίνω."

(Αλκυόνη Παπαδάκη, «Βαρκάρισσα της χίμαιρας», 2001)

Εκεί που βρίσκεται το φώς (απόσπασμα)- "Να ζείς, να αγαπάς, να μαθαίνεις"

“Δεν ξέρω πόσοι από σας γνωρίζετε το καταπληκτικό έργο του Άρθουρ Μίλερ “Μετά την πτώση”. Είναι ίσως ένα από τα πιο παραγνωρισμένα έργα της αμερικάνικης λογοτεχνίας. Το έγραψε αμέσως μετά την αυτοκτονία της Μαίριλυν Μονρόε, που ήταν γυναίκα του και προσπάθησε να θέσει το ερώτημα που έθεσα κι εγώ πρωτύτερα και που σίγουρα έχετε θέσει κι εσείς στον εαυτό σας: Τι θα μπορούσα να κάνω για να σώσω κάποιον στη ζωή μου; Το έργο αυτό έλεγε: “Πρέπει να μάθω να συγχωρώ. Τους άλλους και τον εαυτό μου”. Υπάρχει μέσα ένα όμορφο κομμάτι που θα ήθελα να το μοιραστώ μαζί σας. Ένας από τους πιο υγιείς ήρωες λέει:
Νομίζω ότι είναι λάθος να ψάχνεις την ελπίδα έξω από τον εαυτό σου. Τη μια μέρα το σπίτι μυρίζει φρεσκοψημένο ψωμί και την άλλη καπνό και αίμα. Τη μια μέρα λιποθυμάς επειδή ο κηπουρός έκοψε το δάχτυλό του. Μια βδομάδα αργότερα δρασκελίζεις πτώματα παιδιών στον βομβαρδισμένο υπόγειο. Τι ελπίδα μπορεί να υπάρξει αν τα πράγματα είναι έτσι;
Γύρω στο τέλος του πολέμου προσπάθησα να πεθάνω. Κάθε νύχτα το ίδιο όνειρο ξαναγυρνούσε, μέχρι που δεν τολμούσα πια να κοιμηθώ και αρρώστησα. Έβλεπα πως είχα ένα παιδί. Αλλά ακόμη και μέσα στο όνειρο καταλάβαινα πως το παιδί ήταν η ζωή μου και ήτνα καθυστερημένο και προσπαθούσα να φύγω μακριά του. Αυτό όμως επέμενε να ανεβαίνει στην αγκαλιά μου και να γατζώνεται στα ρούχα μου, μέχρι που κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι, αν μπορούσα να το φιλήσω, να φιλήσω ότι μέσα του ήταν δικό μου, θα μπορούσα να ξανακοιμηθώ. Έτσι έσκυψα πάνω στο τσακισμένο πρόσωπό του. Ήταν φριχτό. Μα το φίλησα. Νομίζω, Κουέντιν, πως πρέπει να πάρει κανείς τη ζωή του στην αγκαλιά του και να τη φιλήσει.
Φανταστικό συμπέρασμα. Δεν έχει σημασία ποιον έχεις πληγώσει, αν έμαθες να μην ξαναπληγώσεις. Δεν έχει σημασία τι λάθη έχεις κάνει, αν δεν τα ξανακάνεις. Όσο μαθαίνεις, όσο είσαι πρόθυμος να πάρεις τη ζωή σου στα χέρια σου και να τη φιλήσεις και να συνεχίσεις από εκεί, τότε υπάρχει ανάπτυξη. Τότε υπάρχει ζωή!

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

Fernando Pessôa: Η επανάσταση του συναισθήματος

«Είναι αδύνατον να μην αισθανόμαστε, όπως είναι αδύνατον να μην περπατάμε»

ΤΙΠΟΤΑ ΠΙΑ ΔΕΝ ΜΠΟΡΕΙ ΣΗΜΕΡΑ ΝΑ ΑΛΛΑΞΕΙ ΤΗ ΖΩΗ ΜΟΥ.
 Αν… ή αν… Ναι, αλλά ένα «αν» αντιπροσωπεύει πάντα κάτι που δεν έχει συμβεί∙ 
κι αφού δεν έχει συμβεί, ποιο το όφελος να φανταζόμαστε τι θα γινόταν αν είχε συμβεί; 

Η ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΤΡΑΓΩΔΙΑ ΓΙΑ ΜΙΑ ΨΥΧΗ ή έναν άνθρωπο είναι να διαθέτει διάνοια και ηθική εξίσου ισχυρές. Για να είναι κάποιος αναμφισβήτητα και «απόλυτα» ηθικός, πρέπει να είναι και λιγάκι ανόητος. 
Για να είναι απόλυτα διανοούμενος, πρέπει να είναι και λιγάκι ανήθικος. 
Δεν ξέρω ποιο παιχνίδι της Μοίρας ή ποια ειρωνεία της Τύχης δεν επιτρέπει στον άνθρωπο αυτόν τον δυϊσμό σε υψηλό επίπεδο. 
Προς μεγάλη μου δυστυχία, κάτι τέτοιο συμβαίνει στην περίπτωσή μου. 

ΔΙΑΘΕΤΟΝΤΑΣ ΛΟΙΠΟΝ ΔΥΟ ΑΡΕΤΕΣ, δεν κατόρθωσα ποτέ μου να γίνω τίποτα. 
Αυτό που με έφθειρε στη ζωή δεν είναι ότι διέθετα υπερβολικά ανεπτυγμένο ένα προσόν, αλλά δύο. 
ΤΟ ΚΑΚΟ ΔΕΝ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΣΤΟΝ ΑΤΟΜΙΚΙΣΜΟ ΜΑΣ, αλλά στον τύπο του ατομικισμού που μας χαρακτηρίζει, ο οποίος είναι στατικός αντί να είναι δυναμικός. 
Στα μάτια μας, η αξία μας εξαρτάται απ’ αυτό που σκεφτόμαστε, κι όχι από αυτό που πράττουμε. 
Ξεχνάμε πως αυτό που δεν κάναμε δεν το βιώσαμε∙ πως η πρωταρχική λειτουργία της ζωής είναι η δράση, όπως το πρωταρχικό χαρακτηριστικό των πραγμάτων είναι η κίνηση. 

ΠΡΟΣΔΙΔΟΥΜΕ ΣΗΜΑΣΙΑ ΣΤΙΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΣ απλώς και μόνο επειδή είναι δικές μας. 
Θεωρούμε εαυτούς όχι, όπως έλεγε εκείνος ο Έλληνας, «μέτρον πάντων», αλλά κανόνα ή μονάδα μέτρησης των πάντων∙ κι έτσι δημιουργήσαμε ανάμεσά μας όχι απλώς μια ερμηνεία, αλλά μια κριτική του σύμπαντος (ενώ, εφόσον δεν το γνωρίζουμε, δεν είμαστε ικανοί να το κρίνουμε) και βλέπουμε τα πιο αδύναμα και πιο διαταραγμένα πνεύματα ανάμεσά μας να ανάγουν αυτήν την κριτική σε ερμηνεία που επιβάλλεται σαν παραίσθηση, και όχι μέσω συλλογισμού, αλλά διά μιας απλούστατης επαγωγής. Πρόκειται για μια καθαρή περίπτωση παραίσθησης, δηλαδή για μια ψευδαίσθηση που γεννήθηκε από την εσφαλμένη κατανόηση ενός γεγονότος. 

ΠΟΤΕ ΔΕΝ ΚΑΤΑΦΕΡΑ ΝΑ ΠΙΣΤΕΨΩ ΟΤΙ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ κανείς, είτε εγώ ο ίδιος είτε οποιοσδήποτε άλλος, να έχει τη βεβαιότητα ότι θα φέρει κάποια ανακούφιση, πραγματική ή βαθιά, στις δυστυχίες του ανθρώπου, κι ακόμη λιγότερο να τις γιατρέψει. 
Ούτε κατάφερα, όμως, να πάψω να το σκέφτομαι. 

Η ΠΑΡΑΜΙΚΡΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΓΩΝΙΑ -ή και μόνο το να τη φανταστώ- πάντα μου δημιουργούσε άγχος, κι ακόμη με αναστάτωνε, μου απαγόρευε να συγκεντρωθώ και ν’ αφιερωθώ στο «εγώ» μου. 
Η πεποίθηση ότι κάθε θεραπευτική της ψυχής είναι εντελώς ανώφελη θα έπρεπε, αντίθετα, να με υψώσει μέχρι τις κορυφές της αδιαφορίας, όπου οι γήινες ανησυχίες θα κρύβονταν πίσω από το νεφελώδες πέπλο αυτής της πεποίθησης. 
Παρ’ όλα αυτά, όσο δυνατή και να είναι η σκέψη, είναι εντελώς ανίσχυρη απέναντι στην επανάσταση του συναισθήματος. 
Είναι αδύνατον να μην αισθανόμαστε, όπως είναι αδύνατον να μην περπατάμε. 

Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΟΡΜΗΣ ΜΕΣΑ ΜΟΥ ήταν πάντα, σε τελική ανάλυση, η πηγή και η αιτία όλων των δεινών μου -το να μην μπορώ να θελήσω πριν σκεφτώ, το να μην μπορώ να αφοσιωθώ, το να μην μπορώ να πάρω μιαν απόφαση με τον μόνο τρόπο που αποφασίζουν οι άνθρωποι: με την αποφασιστικότητα, κι όχι με το μυαλό- όπως ο γάιδαρος του Μπυριντάν που πεθαίνει πάνω στη μαθηματική διχοτόμο που χωρίζει το νερό από τη συγκίνηση και το άχυρο από την προσπάθεια, ενώ, αν δεν το σκεφτόταν, ίσως και να πέθαινε, αλλά δεν θα πέθαινε ούτε από πείνα, ούτε από δίψα. 


[Φερνάντο Πεσσόα - Η αγωγή του στωικού, εκδόσεις Ροές. 
Μετάφραση: Βασίλης Πουλάκος. 
Το ένα και μοναδικό χειρόγραφο του βαρόνου ντε Τέιβε (ένα από τα ψευδώνυμα που χρησιμοποιούσε ο Πεσσόα) περί του ανέφικτου της δημιουργίας μιας ανώτερης τέχνης. 
Τα κείμενα, υπογεγραμμένα με το ψευδώνυμο ντε Τέιβε, βρέθηκαν μαζί με όλα τα γραπτά του Πεσσόα που προορίζονταν για το Βιβλίο της Ανησυχίας.] 



O Φερνάντο Πεσσόα, Πορτογάλος ποιητής και συγγραφέας, γεννήθηκε στη Λισαβώνα το 1888. 
Το μεγαλύτερο μέρος του έργου του παρέμεινε αδημοσίευτο μέχρι τον θάνατό του το 1935. 
Τα άπαντά του εκδόθηκαν σε οχτώ τόμους, υπογεγραμμένα από 27 διαφορετικές προσωπικότητες - όλοι alter ego του Πεσσόα, που προτιμούσε να χρησιμοποιεί άλλα ονόματα εκτός από το δικό του. 
Στα ελληνικά κυκλοφορούν μερικά από τα πιο γνωστά βιβλία του όπως Ο Αναρχικός Τραπεζίτης (εκδ. Εξάντας), Εγώ και οι άλλοι (εκδ. Printa), 
Το βιβλίο της Ανησυχίας (εκδ. Αλεξάνδρεια). 

Παρασκευή 10 Οκτωβρίου 2014

'Μην τους φοβάσαι, στο φόβο σου ποντάρουν'

Γιάννης Ρίτσος, ο οικουμενικός…

Πώς αφήσαμε τις ώρες μας και χάθηκαν, πασχίζοντας ανόητα να εξασφαλίσουμε μια θέση στην αντίληψη των άλλων; Ούτε ένα δικό μας δευτερόλεπτο, μέσα σε τόσα μεγάλα καλοκαίρια […] Δεν αρμενίσαμε.


Ευγενής μορφή των σύγχρονων ελληνικών γραμμάτων, ο Γιάννης Ρίτσος άγγιξε με τη γραφίδα του όλες τις ανθρώπινες αισθήσεις και έθεσε την τέχνη του στην υπηρεσία των πιο υψηλών ιδανικών της ανθρωπότητας. Επαναστάτης στη ζωή και στο λόγο, προσέγγισε την κοινωνική επικαιρότητα πιο εύστοχα απ’ τον καθένα.
"Για να φτάσεις να πεις την αλήθεια, θα πρέπει –λέει- να μην περιμένεις πια τίποτα."

 Μέσα στα βιβλία του Γυμνασίου, η ελληνική γλώσσα γίνεται μουσικό όργανο στα χέρια του που υπηρετεί το λυρισμό και επιστρατεύει ιδέες. Ο ποιητής της «Ρωμιοσύνης» ξεδιπλώνει το μεγάλο χρονικό των λαϊκών αγώνων ενός ολόκληρου αιώνα. Για 40 χρόνια διώχτηκε, φυλακίστηκε και εξορίστηκε για μια ιδεολογία που ποτέ δεν έκρυψε.


"Να με θυμόσαστε – είπε. Χιλιάδες χιλιόμετρα περπάτησα χωρίς ψωμί, χωρίς νερό, πάνω σε πέτρες κι αγκάθια για να της φέρω ψωμί και νερό και τριαντάφυλλα. Την ομορφιά ποτές μου δεν την πρόδωσα. Όλο το βιός μου το μοίρασα δίκαια. Μερτικό εγώ δεν κράτησα. Πάμπτωχος. Μ’ ένα κρινάκι του αγρού της πιο άγριες νύχτες της φώτισα."

Οι καλύτερες στιγμές του ελληνικού λαού αποτυπώθηκαν στο χαρτί και οι αξίες του βρήκαν αντιπρόσωπο. Μέσα σε στίχους ο Ρίτσος εξύψωσε τις συνειδήσεις και πέρασε πανανθρώπινα μηνύματα.


"Άλλη χαρά δεν είναι πιο μεγάλη απ’ τη χαρά που δίνεις…"
Χρησιμοποίησε όλη τη λεκτική δύναμη της ελληνικής γλώσσας για να πλέξει τη ζωή και την καθημερινότητα. Πέρα από τα κοινωνικά ιδεώδη, έγραψε για το μύρο του βοσκού, αλλά και το άγχος της πόλης. 


"Σκέψου η ζωή να τραβάει το δρόμο της κι εσύ να λείπεις."
 O Γιάννης Ρίτσος εμπλούτισε τον κόσμο της ποίησης με τις αναλλοίωτες αξίες της ελευθερίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της δημοκρατίας. Μέσα στην ελληνοπρέπειά του υπήρξε πολίτης του κόσμου. Εξύψωσε την ανάγκη για παγκόσμια ειρήνη.
Διάνθισε με την ελληνική ομορφιά τους ανθρώπους, τα τοπία και τα σύμβολα που έντυναν τα ποιήματά του.
"Ακούσαμε το τραγούδι της θάλασσας και δε μπορούμε πια να κοιμηθούμε."

Ο άνθρωπος πίσω απ’ τα συντρίμμια

Walter Rosenblum

 Ο Walter Rosenblum έχει αναγνωριστεί ως ένας από τους πιο σημαντικούς φωτογράφους του 20ου αιώνα. 
Οι φωτογραφίες του από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, την απελευθέρωση του Νταχάου, της Ευρώπης καθώς και οι γειτονιές της Νέας Υόρκης αποτελούν το μεγαλύτερο μέρος της δουλειάς του. 
Οι φωτογραφίες που έβγαλε κατά τη διάρκεια της καριέρας του δεν απεικονίζουν μόνο τις καταστροφές του πολέμου, αλλά και την ανθρώπινη προσφορά.
«Το νόημα της ζωής προέρχεται από τους ανθρώπους που γνώρισα και αγάπησα. Έχω συναντήσει το μερίδιο που μου αναλογεί από κακούς ανθρώπους, και ξέρω τι είναι ικανοί να κάνουν, αλλά πάντα πίστευα ότι το κακό δεν είναι έμφυτο στους άντρες και στις γυναίκες. Εξακολουθώ να πιστεύω, ότι μέσα σε μία κοινωνία που νοιάζεται, μόνο οι καλύτεροι άνθρωποι θα ευδοκιμήσουν. Αυτό είναι το πνεύμα που με οδήγησε στη φωτογραφία.»
Ο Walter Rosenblum γεννήθηκε 1 Οκτωβρίου του 1919 στη Νέα Υόρκη. 
Η ενασχόλησή του με τη φωτογραφία ξεκίνησε όταν ήταν δεκαεπτά χρονών, όταν και εντάχθηκε στην ομάδα Photo League. 
Εκεί γνώρισε διάσημους φωτογράφους, όπως τον Paul Strand, ο οποίος έγινε μέντορας, αλλά και φίλος του.
Επί 60 χρόνια η φωτογραφία αποτελούσε αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του. 
Ξεκίνησε φωτογραφίζοντας στιγμές της γειτονιάς του και συνέχισε ως φωτορεπόρτερ κορυφαίων ιστορικών στιγμών, τις οποίες διηγείται μέσα από μια πιο ανθρώπινη ματιά.



















Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2014

Όλοι θέλουν να αλλάξουν τον κόσμο,αλλά κανείς τον εαυτό του.

Τώρα θα έτρεχα ως το πλησιέστερο βουνό τσιρίζοντας σαν κόμικ για να ηρεμήσω, αλλά η πραγματικότητα μου δεν το επιτρέπει. Κι έτσι, τι μου μένει φιόγκε μου; Να χώσω, να θυμώσω, να αντιδράσω, γιατί αλλιώς, θα αρχίσω και το πλέξιμο, προκειμένου να μην σε σκοτώσω.

Είτε είσαι ο αδιάβαστος, ανιστόρητος εγκεφαλοπλυμένος φασίστας, είτε είσαι ο γείτονας που δεν με αφήνει να κλείσω μάτι εδώ και τρεις νύχτες, είτε διότι δεν χωράει στο στενόμυαλο εγκεφαλάκι σου πως ο έρωτας τελειώνει. Ναι, κάποιοι άνθρωποι θα σε προδώσουν και θα σε πληγώσουν, θα φύγουν, όπως κι εσύ. Eίναι στην φύση μας, σαν το ένστικτο, είναι θέμα αυτοσυντήρησης! Δεν έρχονται όλοι στην ζωή μας για να μείνουν.

Μερικές φορές, παίρνεις την μορφή του κλαψομούρη σπασίκλα στο Facebook μου. Και δεν θα με ενοχλούσε, αν έκλαιγε άπαξ, αλλά κλαίγεται μέρα νύχτα για την Κούλα! Ακόμα ένα λαϊκό άσμα στολισμένο σαν λατέρνα, με 4 κιλά θαυμαστικά και θα την καταπιώ μόνη μου τη φόλα, μπας και γλιτώσω από τον καημό που με περικυκλώνει! Άσε ο φίλος, που γκρινιάζει νυχθημερόν, γιατί η ζωή είναι δύσκολη λέει! Ποιος σου 'πε πως η ζωή είναι εύκολη μάνα μου; Με κλάμα ξεκινάει! Δεν το ξέραμε, πως θα γεννιόσουνα, θα τα έβρισκες όλα έτοιμα και δεν θα κούναγες ούτε το δαχτυλάκι σου! Τι λες; Κανείς δεν σου χρωστάει εγωιστάκο, η αγάπη υπήρχε πολύ πριν από σένα στον πλανήτη... Μήπως αν άρχιζες το σπορ της αλήθειας, να άλλαζε κάτι; Μήπως αντί να τα κουβαλάς όλα μέσα σου σαν ωρολογιακή βόμβα έτοιμη να σκάσει για άλλη μια φορά στα μούτρα μου, να μίλαγες σε κάποιον; Να απαιτούσες ένα ξεκαθάρισμα, για να ξέρεις πού πατάς και πού βρίσκεσαι; Δεν λέω να αρχίσουμε να ξηλώνουμε παγκάκια όχι, μην γίνεις χουλιγκάνι. Με τον θυμό, δεν λύθηκε ποτέ τίποτις. Αλλά πάρε ένα τηλέφωνο την Κούλα και πες της όλα όσα αραδιάζεις με τις ώρες στο Facebook σου φιόγκε μου. Κοίτα πόσο απλό είναι, με ενοχλείς; Σ' το λέω. Μου αρέσεις; Επίσης. Θέλω να σε στείλω στο διάολο; Σε στέλνω. Δεν θέλω; Σου ζητώ να μείνεις. Ακριβώς όπως όταν ήσουν μικρός, θυμάσαι; Απλό. Πάψε να φοβάσαι την αλήθεια, αποδέξου την τη ρημάδα, θα σε τσατίσει στην αρχή ναι, έξαλλο θα σε κάνει, αλλά θα σε ελευθερώσει!

Μιας και συναντηθήκαμε τώρα, σε παρακαλώ, σεβάσου λίγο τον διπλανό σου, όλοι ίδιοι είμαστε, ίσοι απλά διαφορετικοί, μην είσαι τόσο αγενής ρε μάστορη. Κι αν σου περισσεύει ένα χαμόγελο, δώσ' το. Όλοι έχουμε τις αποσκευές μας, μνήμες, εμπειρίες, προκαταλήψεις, φόβους... Χώσ' τα μου, αλλά από ενδιαφέρον όχι εγωισμό, γιατί από κει που ξεκινήσαμε μαζί για να αλλάξουμε τον κόσμο, καταλήξαμε χώρια, να αλλάζουμε απλώς κανάλια στην τιβί, φιόγκε μου...



Σάββατο 13 Σεπτεμβρίου 2014

Εκείνη, με το διαφορετικό βλέμμα

Ο πόνος, έχει τον τρόπο του να σε αλλάζει. 
Σε κάνει να βλέπεις αλλιώς την ζωή και να κοιτάς κατάματα τους γύρω σου. 
Κάπως έτσι λοιπόν, εκείνοι που συνάντησαν στη ζωή τους πολλές απώλειες, πολύ θάνατο, συνεπώς και μοναξιά, χωρίς να το θέλουν, έγιναν πιο ανθεκτικοί από εμάς. 
Διαφορετικοί.
Ξέρουν, πως η στιγμή μετράει, αυτή γεννάει την αμέτρητη ευτυχία, αυτή και τις ανηφοριές.
Κάθε ώρα είναι τώρα, κάθε συναίσθημα απόλυτο και οφείλεις να το καταθέτεις πριν χαθεί μαζί σου.
Σκέφτονται καθημερινά πόσο εύθραυστη είναι η ζωή και είναι σχεδόν μονίμως αφηρημένοι.
Σέβονται κάθε τι ζωντανό. 
Ζητούν συγγνώμη, λένε ευχαριστώ και πάντα μα πάντα, το εννοούν.
Ίσως αργούν στις αντιδράσεις τους, αλλά μη τους παρεξηγήσεις.
Είναι που κουβαλάνε πολλά χαμόγελα και όνειρά στις τρύπιες τσέπες τους.
Εκείνοι, είναι ταπεινοί. 
Διόλου εγωιστές, δεν θέλουν να προσβάλουν κανέναν, ούτε και να ενοχλούν.
Δεν μιλάνε πολύ, προτιμούν να παρατηρούν τον κόσμο γύρω τους.
Ντρέπονται και γελούν σαν μικρά παιδιά. 
Τους αγαπούν όλους, αλλά εμπιστεύονται ελάχιστους και δεν κάνουν κακό σε κανέναν.
Σήκωσαν πολλή πραγματικότητα στους ώμους τους και πλησιάζουν τον κόσμο με μια σκληρή ευαισθησία εξαιτίας αυτού του βάρους και μια ανεπιτήδευτη αυθεντικότητα.
Παίρνουν πολύ προσωπικά τη βροχή, σαν τους ποιητές, για αυτό και δεν θα δεις ποτέ κανέναν τους να κρατά ομπρέλα...
Δεν κουβαλάνε θυμό μέσα τους, ούτε κακία.
Μια θλίψη μόνο, μια βαθιά θλίψη που προτιμούν να την αφήνουν να κοιμάται και αχνοφαίνεται μόνο στα μάτια τους, όταν χαμογελούν ακαταλαβίστικα και ανεξήγητα για σένα και για μένα, που δεν φορέσαμε ποτέ τα παπούτσια τους...
Δεν θα παραδεχτούν ποτέ πως πονάνε, γιατί γνωρίζουν πως ο ανθρώπινος πόνος δεν μοιράζεται, ούτε και μετριέται.
Ούτε και θα παλέψουν για να τους αποδεχτείς, αφού η ίδια η ζωή τούς επέλεξε για να ξεχωρίζουν.
Ίσως να είναι απότομοι και νευρικοί, απαιτητικοί ακόμα, αν σ' αγαπούν. 
Μα όλες τους οι αντιδράσεις είναι γνήσιες, γιατί στέκονται δίπλα σου στα ίσα, χωρίς καβάτζες.
Αν συναντήσεις έναν τέτοιο άνθρωπό ποτέ, μην ψαχουλέψεις την ψυχή του, αποδέξου τον κι αγάπησέ τον αν μπορείς. 
Αλλιώς, άφησέ τον να συνεχίσει το δρόμο του...

Σάββατο 6 Σεπτεμβρίου 2014

Όσα χρόνια και αν περάσουν

…μάνα είναι μόνο μία!..

Ο 83χρονος φωτογράφος Ken Heyman πέρασε εφτά περίπου δεκαετίες πίσω από μία φωτογραφική μηχανή και χρειάστηκε να ταξιδέψει σε περισσότερες από 60 χώρες για να ολοκληρώσει το έργο του. Όταν κάποια στιγμή ο Heyman χρειάστηκε να ξεσκαρτάρει τα κουτιά που επί χρόνια είχε στην αποθήκη του βρήκε φωτογραφίες που είχε ξεχάσει και ο ίδιος ότι υπήρχαν. Η μεγαλύτερη ανακάλυψή του ήταν ένα κουτί που έγραφε τη λέξη “Μητέρες”.
Ο Heyman είχε τραβήξει τις εν λόγω φωτογραφίες πριν από περίπου 50 χρόνια, με αφορμή ένα υποψήφιο για βραβείο Πούλιτζερ βιβλίο, με τίτλο “Family”, για το οποίο είχε συνεργαστεί με την ανθρωπολόγο Margaret Mead. Οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν σε όλο τον κόσμο και αποδεικνύουν ότι ενώ πολλά πράγματα αλλάζουν ανάλογα με τον τόπο ή τον χρόνο, η μητρική αγάπη δεν είναι ένα από αυτά. Ανεξάρτητα από θρησκείες και εθνικότητες, οι μητέρες έπαιζαν με τα παιδιά τους, γελούσαν, τα αγκάλιαζαν, τα χτένιζαν και τα φρόντιζαν, αντιμετωπίζοντάς τα σαν το πολυτιμότερο αγαθό της ζωής τους.